3. of colours, deep, “μέλαν κατακορές” Pl.Ti.68c, cf. Arist.Col.795a3; Χρῶμα ὅμοιον ῥόδῳ κ. Thphr. HP4.8.7, cf. S.E.P.1.105; “διαχώρημα” Hp.Coac.596, cf. Epid.4.20; “τὰ κ. πονηρά” Id.Coac.601; “ἐρύθημα” Id.Epid.7.7; στήθεα κ. dub. sens. ib.2.6.14, cf. Gal.19.108.
4. of harmony, complete, “τῆς κοσμικῆς συμφωνίας κ. τι καὶ παναρμόνιον φθεγγομένης” Nicom.Harm.3; -κορεστάτη συμφωνία ἡ διὰ πασῶν ib.5; -κορέστερον μέλος, of the spheres, lamb.VP15.65.
II. metaph., intense, violent, δίψα, ῥύσις, Hp. Epid.7.11, Medic.6; “βήξ” Id.Epid.7.26; profound, ὕπνος ib.7.2.
b. metaph., βαθὺ καὶ κ. αἴνιγμα a profound problem, Ph.1.659; ἀμετάβλητος καὶ κ. γνώμη a deep resolve, Id.1.78.
2. immoderate, wearisome, παρρησία, συνουσία, Pl.Phdr.240e, Lg.776a; ἂν ᾖ κατακορῆ [τὰ ἐπίθετα] Arist.Rh.1406a13, cf. Demetr.Eloc.303; “κατακορὴς ἀπείλει” Tim.Pers.79; “τοῦ τῶν γυναικῶν γένους λάλου καὶ κ. ὄντος” Plb. 31.26.10, cf. 32.2.5; “ὁ Δημοσθένης . . ἐν τῷ γένει τούτῳ -έστατος” Longin.22.3; “-εστέραις κέχρηται ταῖς αὐστηραῖς ἁρμονίαις” D.H.Dem. 45.