A.“ἐρυ_κέμεν” Il.11.48: fut. “ἐρύξω” Od.7.315, al. (not later): aor. 1 “ἤρυξα” A.Th.1081 (anap.), (ἀπ-) X.An.5.8.25 ; Ep. “ἔρυξα” Il.3.113, Od.17.515, etc.: Ep. aor. 2 “ἠρύκα^κον” Il.5.321, 20.458, “ἐρύκα^κον” 11.352, etc., inf. “ἐρυ_κα^κέειν” 5.262, Od.11.105:—Med., Il.12.285:—Pass., v. infr. 11: cf. ἐρυκάνω, -ανάω : (perh. akin to ἐρύω b):—keep in, curb, restrain, “ἵππους” Il.11.48, etc.; λαὸν ἐρυκάκετε keep them back (from flight or fighting), 6.80, cf. 24.658 ; but λαὸν ἔρυκε kept them in their place, 23.258 ; αἰθὴρ ὄμβρον ἐρύκει forces it back, Emp. 100.18 ; θυμὸν ἐρυκακέειν to curb desire, Od.11.105 ; πολύστονον ἐρύκεν (inf.) “ὕβρτν” B.16.41 ; ἕτερος δέ με θυμὸς ἔρυκεν another mind checked me (opp. ἀνῆκεν), Od.9.302 ; ἐρυκέμεν εὐρύοπαΖῆν to restrain him, Il.8.206 ; γυίων πίστιν ἐ., i.e. to mistrust, Emp.4.13 ; “ἔρυκέ μιν ἔνδοθεν αἰδώς” A.R.3.652: c.gen., μηδέ μ᾽ ἔρυκε μάχης keep me not from fight, Il.18.126 ; “ἀλλά τις θεῶν.. Ἅιδα σφε δόμων ἐρύκει” S.Tr. 121 ; “μηδέ σ᾽ Ἔρις ἀπ᾽ ἔργου θυμὸν ἐρύκοι” Hes.Op.28: c. inf. praes., hinder from doing, Pi.N. 4.33 ; aor., E.HF317 ; fut., “ἄλλον ἀναστήσεσθαι ἐρύξω” A.R.1.346 : c.acc. et inf., “ἤρυξε πόλιν μὴ 'νατραπῆναι” A.Th.1081 ; “ἐ. τἆλλα ἰχθύδια μὴ διαρπάσωσι..” Arist.HA621a24.
3. hold in check, keep off the enemy, “εἴ κεν ἐρύξομεν ἀντιάσαντες” Il.15.297, cf. Od.22.138 ; so “τὰ δ᾽ οὐ μένος ἁμὸν ἐρύξει” Il.8.178 ; “ἐ. τοὺς ἐπιόντας” Hdt.4.125, cf. 5.15, etc.
4. detain a guest, “ξείνισ᾽ ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ᾽ ἐρύξας” Il.6.217, cf. Od.17.408, al.; also, detain by force, confine, “[πόντος] πολέας ἀέκοντας ἐρύκει” Il.21.59, cf. Od.1.14, 7.315, etc.; ἔρυξον ἐνὶ μεγάροισι γυναῖκας keep them close, 19.16 ; of the dead, “ἦ μιν ἐρύξει γῆ φυσίζοος ἥ τε κατὰ κρατερόν περ ἐρύκει” Il.21.62 ; “σφωε δόλος καὶ δεσμὸς ἐρύξει” Od.8.317 ; “ὅσσ᾽ ἔτι Νεῖκος ἔρυκε” Emp.35.9:— Med., κῦμα δέ μιν (sc. χιόνα)..“ἐρύκεται” Il.12.285.
5. ward off, θεοῦ δ᾽ ἠρύκακε δῶρα (sc. ἄκοντα) 21.594 ; “ἅ κέν τοι λιμὸν ἐρύκοι” Od.5.166 ; “κακόν, τό οἱ οὔ τις ἐρύκακεν” Il.15.450 ; “ἐ. ψευδέων ἐνιπάν” Pi.O. 10(11).5 ; “τὰ μὴ καλὰ νόσφιν ἐ.” Theoc.7.127 ; “ἀπ᾽ ἐμαυτοῦ τὰ κακά” X. An.3.1.25 ; “τὸν πόλεμον ἀπὸ τῆς Μακεδονίας” Plb.Fr.45.
2. abs., hold back, keep back, μή μοι ἐρύκεσθον, says the driver to his horses, Il. 23.443.