A.like stone, stony, “γῆ” Hdt.4.23; “ὁδός” X.Eq.4.4; “τόποι τραχεῖς καὶ λ.” Arist.HA590b23; πεδίον (as pr. n.) Str.4.1.7: Comp., of plants, Arist.GA783a31: metaph., λ. [κέαρ] Pl.Tht.194e; “Νιόβης αὐτῆς -ωδέστερος” Lyd.Mag.3.61. Adv. -δῶς, ὅσα (sc. ὕδατα)“ προσπήγνυται τοῖς χαλκείοις λ.” Ruf.Fr.66.16.
λι^θ-ώδης , ες,