A.fate, doom, usu. in a bad sense, “κακὸς οἶ.” Il.8.34, Od.1.350, al.; “σὺ δέ κεν κακὸν οἶ. ὄληαι” Il.3.417 ; “ἀλκυόνος πολυπενθέος οἶ. ἔχουσα” 9.563 ; “καλὰ τὸν οἶ. ἀπότμου παιδὸς ἔνισπες” 24.388 ; “κατὰ κόσμον Ἀχαιῶν οἶ. ἀείδεις” Od.8.489 ; Δαναῶν ἰδὲ Ἰλίου οἶ. ἀκούων ib.578 ; but simply, lot, “τὸν τῆς μελίσσης οἶ. ἔχειν” Democr.227.—Ep. word, used in lyr. by S.El.167, E.IT1091 (dub. l.). (Prob. from εἶμι ibo.)
οἶτος , ὁ,