A.extending, continuing : χρόνος παρατατικός the imperfect, A.D.Synt.10.19, al.; π. διάθεσις, προφορά, ib.70.8, 262.16 ; incomplete, opp. συντελεστικός, S.E.M.10.91 : so in Adv. -κῶς, opp. συντελεστικῶς, Diod. ap. S.E.M.10.101.
παρατα^τικός , ή, όν,