A.“-δρα^μοῦμαι” X.An.7.6.6: aor. 2 συνέδρα^μον (v. infr.): pf. “-δεδράμηκα” PTeb.48.26 (ii B.C.):—run together so as to meet in battle, encounter, “Πηνέλεως δὲ Λύκων τε συνέδραμον” Il.16.335; ξιφέεσσι ς. ib.337; εἰς τὰς χεῖρας ς. Plb.2.33.5; “ς. εἰς χεῖράς τινι” Plu.Art.7: metaph., εἰπὲ τῷ μόρῳ ξυντρέχει say with what death she has met, S.Tr.880 (lyr.).
2. assemble, gather together, Hdt.8.71; “ἐς τὴν ὁδόν” Id.2.121.“δ́ ; εἰς τὴν ἐκκλησίαν” Lycurg.16; run up to the rescue, Plu. Cam.27; συνδράμετε, Ῥωμαῖοι, Lat. concurrite, POxy.33 iii 8 (ii A.D.); “συνδραμόντων πλειόνων καὶ ἐπιτιμώντων αὐτῷ” PLond.1.106.19 (ii B.C.); “ἐξέπεσον ἐκ τῆς ἰδίας, συνδραμόντων ἐπ᾽ αὐτοὺς τῶν ὁμοεθνῶν, διὰ τὸ παρασπονδῆσαι τοὺς αὑτῶν οἰκείους” Plb.2.7.6; of clouds, gather, Hdt. 1.87; of liquids, κάθυδρος οὗ κρατὴρ μειλιχίων ποτῶν ῥεύματι συντρέχει is mingled with . . , S.OC160 (lyr.); πρὸς τὴν τῆς ἐκμυζήσεως συναίσθησιν πλεῖον ἐπὶ τοὺς τόπους συντρέχει [τὸ γάλα] Sor.1.77, cf. Gal.15.512; ὑπερθοῦ . . ἵνα καὶ τὰ κοῦφά σοι συνδράμῃ wait . . till your jars come in (accumulate), PFlor.134*.7 (iii A.D.); “τῶν ἀργυρίων ὀφλόντων συνδραμεῖν” PLips.64.13 (iv A.D.); ἔλεγεν . . συντρέχειν ἔτη πρὸς τὰ πή said the total amounted to 88 years, UPZ162v32 (ii B.C.).
3. concur, agree, “ἀμφοτέρων ἐς τὠυτὸ αἱ γνῶμαι συνέδραμον” Hdt.1.53; συντρέχειν τοῖς κριταῖς concur in the choice of judges, X.Cyr.8.2.27; “μηκέτι τῆς βουλήσεως συνδραμούσης” Alex.Aphr.de An.73.2.
4. of lines, run together, meet, “εἰς μίαν βάσιν” E.Fr.382.12: metaph., “δεῖ τινα τέσσαρα συνδραμεῖν εἰς οἴκου σύστασιν” Arist.Fr.182; “κατὰ τὴν πρόθεσιν αὐτῷ συντρεχόντων τῶν πραγμάτων” Plb.3.43.11.
5. concur, coincide, of points of time, “εἰ μὴ τέρμα συντρέχοι βίου” A.Fr. 362; τοῦ . . χρόνου τὸ μῆκος αὐτὸ ς. exactly coincides, E.Or.1215; “εἰς ταὐτὸν τὸ δίκαιον ἅμα καὶ ὁ καιρὸς καὶ τὸ συμφέρον συνδεδράμηκεν” D.17.9, cf. Isoc.6.68; of symptoms, Sor.2.8; impers., συντρέχει εἰς ἓν τόδε there is a concurrence in this one point, E.Fr.580; ς. τινί concur or coincide with, S.Tr.295; “συντρέχει τῇ γνώσει τὸ τερπνόν” Epicur. Sent.Vat.27 (= Metrod.Fr.47); ς. τῇ διαβολῇ concur in, second, Luc. DMeretr.10.4, cf. Mitteis Chr.96.11 (iv A.D.); “ς. βασιλῆϊ” vie with, AP 7.420 (Diotim.).
6. run together, shrink up, “μύες” Hp.Fract.35; “τρίχες” X.Cyn.10.17, cf. Arist.GA782b27; “πλεκτάνη ς. εἰς ἑαυτήν” Plu. 2.978d; χιτῶνος ἐπανισταμένου καὶ . . εἰς ἑαυτὸν ς. (with the respiration) Gal.8.744; εἰς ἑαυτό, of a tumour, disappear on pressure, Aët.7.86; συντρέχοντος τοῦ δέρματος διὰ τὴν ἰδίαν μαλακότητα yielding, Antyll. or lleliod. ap. Orib.45.18.33.
II. run a race with, τινι Pl.Plt.266c.