A.trophy, i. e. a monument of the enemy's defeat (“τροπή” 11), usu. made of wood (D.S.13.24), but sts. of bronze (Plu.Alc.29), or stone (Paus.1.33.2); “τ. στῆσαι” Th.2.92, etc.: freq. with gen., “στῆσαι τροπαῖα τῶν κακῶν” E. Or.713; “τ. αὐτοῦ στήσομαι” Id.Andr.763; ὅταν τροπαῖα πολεμίων στήσῃ στρατός ib.694; “τ. ἂν στήσαιτο τῶν ταύτης τρόπων” Ar.Pl.453; “τροπαῖα τῶν πολεμίων ἀποδεῖξαι” And.1.147; “ἔστησαν τ. ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος τῶν βαρβάρων” Lys.2.25, cf. X.An.7.6.36; also θήσειν τροπαῖα, θράσους θέσθαι τροπαῖον, A.Th.277, Ar.Lys.318; “τροπαῖ᾽ ἱδρύεται” E.Heracl.786; τ. πῶς ἀναστήσεις Διί; Id.Ph.572; “τ. ἐγεῖραι” Luc.Dem. Enc.40; “νίκης τ.” S.Tr.751; στῆσαι τ. τῆς τροπῆς, τῆς ἱππομαχίας, for, in memory of . . , Th.2.92, 6.98; so “τροπαῖ᾽ ἔστησε τῶν ἐμῶν χερῶν” S. Tr.1102; “χορῶν . . νίκης ἔστησε τροπαῖα” Ar.Eq.521 (anap.); so στῆσαι τροπαῖα κατὰ or ἀπὸ τῶν πολεμίων, Lys.18.3, Aeschin.3.156, cf. Isoc. 5.148, D. 20.78.
τρόπ-αιον , τό, old Att. τροπαῖον Hdn.Gr.1.369:—