A.bane of sailors, Lyc.650.
Hide browse bar Your current position in the text is marked in blue. Click anywhere in the line to jump to another position:
entry group:
ν
-
Να_κόρειον
νάκος
-
ναρδολι^πής
νάρδον
-
ναυα_γ-έω
ναυα_γ-ησμός
-
ναυλ-όω
ναυλ-ώσιμος
-
ναυσι-φόρητος
ναυσί-ωσις
-
Νέαιρα
νε-αίρετος
-
νεάτη
νέα^τος
-
νεικ-είω
νεικ-έσσιος:
-
νεκρο-βαστάξ
νεκρο-βόρος
-
νεκτάρεος
νεκτάρθη:
-
νεμ-ητέον
νεμ-ητής
-
νεό-δαρτος
νεο-δίδακτος
-
νεό-καυστος
νεο-κέντητος
-
νεο-πλουτοπόνηρος
νεό-πλουτος
-
νεοσσο-κόμος
νεοσσο-ποιέω
-
νεο-ΰφαντος
νεο-φάντης
-
νευρ-ή
νευρ-ικός
-
νεφελη-γερέτα^
νεφελη-γερής
-
νεω-ποιέω
νεω-ποίης
-
νηθίς
νήθουσα
-
νηο-πόλος
νηο-πορέω
-
νήριθμος
νήριον
-
νηστός
νησύδριον
-
νι_κ-αξῶ
νικάριον
-
νιτρο-πηγικός
νιτρο-ποιός
-
νόθ-ος
νοθ-όω
-
νομο-δείκτης
νομο-δι^δάκτης
-
νόσ-ανσις
νοσ-ερός
-
νοσφ-ιστής
νοσ-ώδης
-
νουσοφόρος
νοχελές
-
νυκτ-ήγρετον
νυκτ-ῆμαρ
-
νυκτο-δρόμα
νυκτο-δρομία
-
νύμφ-η
νυμφ-ηγέτης
-
νύχα^
νυ^χ-αῖος
-
νωλεμές
νῶμα
-
νώψ
entry:
ναυσί-ωσις
ναυσοίκητος
ναῦσσον
ναύ-σταθμον
ναύστης
ναυστιλεία
ναυστολ-έω
ναυστόλ-ημα
ναυστολ-ία
ναυστο-λογέω
ναυστο-λόγος
ναύστολος
ναυτ-εία
ναύτ-ης
ναυτ-ία
ναυτ-ιασμός
ναυτ-ιάω
ναυτ-ιεύς
ναυτ-ικός
ναυτι^λ-έῳ
ναυτι^λ-ία
ναυτίλλομαι
ναυτίλος
ναυτι^λοφθόρος
ναυτίς
ναυτιώδης
ναυτο-δίκαι
ναυτο-κράτωρ
ναυτο-λογέω
ναυτο-λόγος
ναυτο-παίδιον
ναύτρια
ναυ-φάγος
ναύ-φαρκτος
ναυ-φθορία
ναύ-φθορος
ναύ-φρακτος
ναυ-φυ^λα^κέω
ναυ-φύλαξ
ναύω
νάφθα^
ναφρόν
νάω
ναώριον
νέα
νεάγγελτος
νεα_γενής
νεάζω
νέαιρα
Νέαιρα