A.soft, gentle, Emp.130, etc.; “ξενία” Pi.P.10.64; “γλίσχρασμα λεῖον . . καὶ π.” Hp.Acut.10; προσανέα πίνειν drink soothing draughts, Pi. P.3.52, cf. Hp.Acut.21; “αἱ κατὰ σάρκα . . -εῖς κινήσεις” Epicur.Fr. 411; “τὰ -έστατα βρωτὰ καὶ ποτά” D.S.17.28; τόπος ἐνδιατρῖψαι . . -έστατος most pleasant, Id.3.69; “τὰ ἀπήνεμα καὶ π.” D.Chr.6.33; “π. ὁμιλίαι” Plu.2.46e; “λεία καὶ π. κίνησις” Ph.1.322; π. τι λέγειν speak smooth things, Th.6.77; “φίλα καὶ π.” Plu.2.466d; “τὸ μειλιχῶδες καὶ π.” Cerc. 18 ii 10; “τὸ π. τοῦ φθέγματος” Luc.Rh.Pr.12.
3. of persons, gentle, kind, “οὐδ᾽ ἀστοῖσι π.” Anacr.15; “π. ἐγένετο τῇ συγκλήτῳ” IG5(2).268.29 (Mantinea, i B.C.); “τοῖς φίλοις οὐ π. οὐδὲ ἡδύς” Plu. Nic.5; “εὔνους καὶ π.” Id.2.708c; “-έστερα . . τὰς ψυχὰς τὰ θήλεα τῶν ἀρρένων” Arist.Phgn.809a31; “τῷ ἤθει -έστατος” Plu.Phoc.5; “π. τὸ βλέμμα” Luc.Pisc.13; also “π. ὄψις” Men.584; τὸ π. αὐτοῦ the enticement of it, Epict.Ench.34: irreg. Sup. “προσηνότατος” IPE2.197.8 (ii A.D.).