A.saviour, deliverer, defender, “πόλεως” A.Th.318 (lyr.); “σωφροσύνης ῥ. καὶ βιότου” IG3.1171.6; “ῥ. βουκολίων” AP6.37; ῥ. χαίτας κεκρύφαλος ib.207 (Arch.): c.gen.objecti, one who saves or delivers from, λιμοῦ καὶ θανάτου ib.9.351 (Leon.Alex.).
III. ῥύτορας: τοὺς θαλλοὺς τοὺς καθαρτηρίους, Hsch.