A.garlic, Allium sativum, Hdt. 2.125,4.17, Gal.12.126: pl., Schwyzer 725.5 (Milet., vi B.C.), Hp.Acut. 37; “σκορόδων κεφαλαί” Ar.Pl.718, cf. V.679; σκορόδοις ἀλείφειν, = σκοροδίζειν, Id.Pax502; ἵνα μή ποτε σκόροδα φάγῃ μηδὲ κυάμους μέλανας if he doesn't want to eat war-rations, Id.Lys.690 (on κυάμους in this phrase cf. App.Prov.3.27, Suid.); cf. σκόρδον.
Hide browse bar Your current position in the text is marked in blue. Click anywhere in the line to jump to another position:
entry group:
Θθ
-
θα^λάσσ-ιος
θα^λασσ-ίτης
-
θα^λέω
Θα^λῆς
-
θα^μ-ίζω
θα^μι^νάκις
-
θαρσα^λ-έος
θαρσα^λ-εότης
-
θαψία
θάψι^νος
-
θεατρ-ώδης
θεατρ-ώνης
-
θείομεν
θεῖον
-
θέμα
θεμα^τ-ίζω
-
θεοβλαβ-ής
θεό-βουλος
-
θεό-κλυ^τος
θεό-κμητος
-
θεο-παίγμων
θεό-παις
-
θεοσεβ-έω
θεοσεβ-ής
-
θεόφιλ-ος
θεοφιλ-ότης
-
θερα?́π-ων
θέραψ
-
θερμαψίς
θέρμη
-
θερμ-ώδης
θερμ-ωλή
-
Θεσσάλ-ειος
Θεσσαλ-ία
-
θεωροδοκ-έω
θεωροδοκ-ία
-
θηλυ^-γόνος
θηλυδρί-ας
-
θημωνοθετέω
θην
-
Θηρίκλειος
θηριό-βρωτος
-
θηρο-νόμος
θηρό-πεπλος
-
θητ-εύω
θητ-ικός
-
θλι^β-ίας
θλι?́β-ω
-
θολ-ός
θολ-όω
-
θράζω
θραίειν:
-
θρα^συ-πτόλεμος
θρα^σύς
-
θρεσκός
θρεττα^νελό
-
θρι^αμβ-εύω
θρι^αμβ-ικός
-
θρόμβ-ωσις
θρον-ίζομαι
-
θρύψιχος
θρυψίχρως
-
θυ^-ηλή
θυ^-ήλημα
-
θυ_μ-αίνω
θυ_μ-αλγής
-
θυ_μο-βόρος
θυ_μο-δα^κής
-
θυννοσκοπ-εῖον
θυννοσκοπ-έω
-
θυρευτής
θύρη
-
θυ^ρωρ-εῖον
θυ^ρωρ-έω
-
θυ^ωρ-εῖσθαι:
θυ^ωρ-ίς
-
θώψ
entry:
θα^λασσ-ίτης
θα^λασσο-βα^φέω
θα^λασσο-βα^φής
θα^λασσο-βίωτος
θα^λασσο-βρα^χής
θα^λασσο-γενής
θα^λασσο-γράφος
θα^λασσ-οδο-μέτρης
θα^λασσο-ειδής
θα^λασσό-κλυστος
θα^λασσο-κοπέω
θα^λασσο-κράμβη
θα^λασσο-κρα^τέω
θα^λασσο-κρα^τία
θα^λασσο-κράτωρ
θα^λασσο-μα^χέω
θα^λασσο-μάχος
θα^λασσο-μέδων
θα^λασσό-μελι
θα^λασσο-μι^γής
θα^λασσό-μοθος
θα^λασσο-νόμος
θα^λασσό-παις
θα^λασσό-πλαγκτος
θα^λασσό-πληκτος
θα^λασσό-πλοος
θα^λασσο-ποιός
θα^λασσο-πορέω
θα^λασσο-πόρος
θα^λασσο-πόρφυ^ρος
θα^λασσό-πρα^σον
θα^λασσό-σημος
θα^λασσο-τείχιστος
θα^λασσό-τοκος
θα^λασσουργ-έω
θα^λασσουργ-ία
θα^λασσουργ-ός
θα^λασσ-όω
θα^λασσ-ώδης
θα^λάσσ-ωσις
θάλαττα
θάλεα
θα^λέθω
θάλεια
θα^λερόμμα^τος
θα^λεροποιός
θα^λερός
θα^λερῶπις
θα_λέω
θα^λέω
This text is part of:
View text chunked by:
σκόροδον , τό, contr. σκόρδον (q.v.),