A.preserve the laws, Arist.Ath.8.4; serve as “νομοφύλαξ” 1, SIG282.18 (Priene, iv B.C.), Dialex.7.6, Abh.Berl.Akad.1925 (5).7 (Cyrene, iii B.C.), BSA26.166 (Sparta, ii A.D.), Lib.Decl.43.7: irreg. form νομοφυλάξαντα (as if fr. Νομοφυλάσσω), IGRom.4.1637.10 (Philadelphia).
Hide browse bar Your current position in the text is marked in blue. Click anywhere in the line to jump to another position:
entry group:
ν
-
Να_κόρειον
νάκος
-
ναρδολι^πής
νάρδον
-
ναυα_γ-έω
ναυα_γ-ησμός
-
ναυλ-όω
ναυλ-ώσιμος
-
ναυσι-φόρητος
ναυσί-ωσις
-
Νέαιρα
νε-αίρετος
-
νεάτη
νέα^τος
-
νεικ-είω
νεικ-έσσιος:
-
νεκρο-βαστάξ
νεκρο-βόρος
-
νεκτάρεος
νεκτάρθη:
-
νεμ-ητέον
νεμ-ητής
-
νεό-δαρτος
νεο-δίδακτος
-
νεό-καυστος
νεο-κέντητος
-
νεο-πλουτοπόνηρος
νεό-πλουτος
-
νεοσσο-κόμος
νεοσσο-ποιέω
-
νεο-ΰφαντος
νεο-φάντης
-
νευρ-ή
νευρ-ικός
-
νεφελη-γερέτα^
νεφελη-γερής
-
νεω-ποιέω
νεω-ποίης
-
νηθίς
νήθουσα
-
νηο-πόλος
νηο-πορέω
-
νήριθμος
νήριον
-
νηστός
νησύδριον
-
νι_κ-αξῶ
νικάριον
-
νιτρο-πηγικός
νιτρο-ποιός
-
νόθ-ος
νοθ-όω
-
νομο-δείκτης
νομο-δι^δάκτης
-
νόσ-ανσις
νοσ-ερός
-
νοσφ-ιστής
νοσ-ώδης
-
νουσοφόρος
νοχελές
-
νυκτ-ήγρετον
νυκτ-ῆμαρ
-
νυκτο-δρόμα
νυκτο-δρομία
-
νύμφ-η
νυμφ-ηγέτης
-
νύχα^
νυ^χ-αῖος
-
νωλεμές
νῶμα
-
νώψ
entry:
νομο-δι^δάκτης
νομο-δι^δάσκα^λος
νομο-δίφας
νομο-δότης
νομο-θεσία
νομο-θέσμως
νομοθετ-έω
νομοθέτ-ημα
νομοθέτ-ης
νομοθέτ-ησις
νομοθετ-ητέος
νομοθετ-ικός
νομόθετ-ις
νομο-θήκη
νομο-ΐστωρ
νομο-μα^θής
νομο-μα^χέω
νομόνδε
νομο-ποιέω
νομο-ποιός
νομο-ρήτωρ
νομός
νόμος
νομοφυ^λα^κ-έω
νομοφυ^λα^κ-ία
νομοφυ^λα^κ-ικός
νομοφυ^λα?́κ-ιον
νομοφυ^λα^κ-ίς
νομοφύλαξ
νομ-ώδης
νομ-ῳδός
νομ-ώνης
νόννος
νοο-γάστωρ
νοο-ειδής
νοό-πλαγκτος
νοο-πλα^νής
νοό-πληκτος
νοο-πλήξ
νοο-ποιός
νόος
νοοσφα^λής
νοότης
νοόω
νορβά:
νορθακινοί:
νορύη
νοσ-άζω
νοσ-α^κερός
νόσ-ανσις
This text is part of:
View text chunked by:
νομοφυ^λα^κ-έω ,