A.dim-sighted, E.Fr.1096, Arist.Fr.588 (Comp.), Epigr.Gr.459 (Trachonitis); of stars, dim, “ἀμβλυωπότερα” Hp.Morb.Sacr.13.
Hide browse bar Your current position in the text is marked in blue. Click anywhere in the line to jump to another position:
entry group:
Ιι
-
ἰαμβο-ποιός
ἴαμβος
-
ἰατρ-α^λείπτης
ἰατρ-εία
-
ἰβίσκος
ἰβιών
-
ἰδι^ο-θα^νέω
ἰδι^ο-θηρευτικός
-
ἰδι^ό-τυ^πος
ἰδι^ο-φεγγής
-
ἱδρ-ωτίδες
ἱδρ-ωτικός
-
ἱερα_τ-ικός
ἱεραύλης
-
ἱερο-θύσιον
ἱερο-θυ^τεῖον
-
ἱερός
ἱερο-σαλπικτής
-
ἱερ-ωσύνη
ἱερ-ωσύνιον
-
ἰθυ-κέλευθος
ἰθυ-κρήδεμνος
-
ϝίκατι
ϝι_κατιϝέτης
-
ἰκρι-όω
ἰκρί-ωμα
-
ἴλ-αρχος
ἱλα^ρ-ῳδός
-
ἰλλ-ωπέω
ἰλλ-ώπτω
-
ἱμα^τ-ι_δάριον
ἱμα^τ-ίδιον
-
ἰναία
ἰναλίνω
-
ἰξ-ευτής
ἰξ-ευτικός
-
ἰομι^γής
ἰόμωροι
-
ἰπνο-κήιον:
ἰπνο-λέβης
-
ἱππ-αφίδες
ἱππ-εία
-
ἱππό-δα^μος
ἱππο-δάσεια
-
ἱππο-λοφία
ἱππό-λοφος
-
ἱππο-τόκος
ἱππο-τοξεία
-
ἰριοειδής
Ἶρις
-
ἰσγίνη
Ἰσεῖα
-
ἴσμα
ἰσμή
-
ἰσο-κα^πι^τώλιος
ἰσο-κατάληκτος
-
ἰσομοιρ-ικός
ἰσόμοιρ-ος
-
ἰσορρόπ-ησις
ἰσορροπ-ία
-
ἰσ-ουράνιος
ἰσ-ουργός
-
ἱστιο-δρομέω
ἱστιό-κωπος
-
ἴσχαιμος
ἰσχαίνω
-
ἰσχυ_ρο-γνωμοσύνη
ἰσχυ_ρο-γνώμων
-
ἰτ-ήριος
ἴτ-ης
-
ἰχθυ-άω
ἰχθυ^βολ-εύς
-
ἰχθυ^όφα^γ-ος
ἰχθυ^οφορ-έω
-
ἴψος
ἴψος
-
ἴωψ
entry:
ἱστιό-κωπος
ἱστίον
ἱστιο-πετής
ἱστιο-ποιέομαι
ἱστιο-ρράφος
ἱστο-βοεύς
ἱστο-δόκη
ἱστο-κεραία
ἱστο-πέδη
ἱστό-ποδες
ἱστο-ποιία
ἱστο-πόνος
ἱστορ-έω
ἱστόρ-ημα
ἱστορ-ητέον
ἱστορ-ία
ἱστοριαγράφος
ἱστορικός
ἱστοριογρα^φ-έω
ἱστοριογρα^φ-ία
ἱστοριογρα^φ-ικός
ἱστοριόγρα^φ-ος
ἱστόρ-ιον
ἱστόρ-ισμα
ἱστορ-ιώδης
ἱστός
ἱστό-τονος
ἱστο-τρι^βής
ἱστουρψ-εῖον
ἱστουρψ-έω
ἱστουρψ-ία
ἱστουρψ-ικός
ἱστουρψ-ός
ἱστοφόρος
ἵστραξ
Ἴστρος
ἰστρίδες
ἱστών
ἱστων-άρχης
ἱστων-αρχία
ἴστωρ
ἰσφαίνειν:
ἴσφνιον
ἴσφωρες:
ἰσχάδιον
ἰσχα^δο-κάρυ^ον
ἰσχα^δο-πώλης
ἰσχα^δο-φάγος
ἰσχα^δώνης
ἴσχαιμος
This text is part of:
View text chunked by:
Table of Contents:
ἀμβλυ-ωπός , όν,