A.go or come forward, advance, πρὸς ἐμὴν χεῖρα as my hand guides thee, S.Ph.148 (anap.), etc.; of troops, Th.2.12,3.111, etc.; of excrement, to be voided, Arist.HA594b22 (later Pass., Alex. Trall.9.3); οἶκος εἰς βορρᾶν προκεχωρηκώς, Lat. vergens ad . . , Luc. Hipp.7: of Time, “τοῦ αἰῶνος προκεχωρηκότος” X.Cyr.8.7.1, cf. Hdn.2.2.2, etc.; “προὐχώρει ὁ πότος” X.An.7.3.26, cf. Luc.DMeretr.15.2: of Degree, “προχωρεῖ καὶ οὐ μένει τό τε θερμότερον ἀεὶ καὶ τὸ ψυχρότερον ὡσαύτως” Pl.Phlb.24d.
2. of coin, pass current, Peripl.M.Rubr.47, S.E.M.1.178; of funds, to be allocated or expended, “εἰς τὴν τῶν τειρώνων συντέλειαν” IGRom.4.1763 (Tira), cf. IG42(1).91.10 (iii A.D.), PSI4.285.4 (iv A.D.).
3. to be imported, Peripl.M.Rubr.6, al.
II. metaph., of states, wars, enterprises, etc., proceed, freq. with some word denoting a good or bad issue, “δόξας εὖ προχωρῆσαι δόμος” E.Heracl.486 (nisi leg. δρόμος)“; τὰ Περσέων πρήγματα ἐς ὃ δυνάμιος προκεχώρηκε” Hdt.7.50; “Ἴωσι προχωρησάντων ἐπὶ μέγα τῶν πραγμάτων” Th.1.16; οὕτως ὠμὴ <ἡ> στάσις π. Id.3.81; “αὐτῷ π. τὰ πράγματα ᾗ ἐβούλετο” Id.1.74; “τούτων προκεχωρηκότων ὡς ἐβούλοντο” X.HG5.2.1, cf. 7.2.1, Cyr.2.3.16: abs., go on well, prosper, “οὔ τι προχωρέειν οἷον τε ἔσται τῶν πρηγμάτων” Hdt.8.108; ἐπεί τέ σφι . . οὐ προεχώρεε [κάτοδος] Id.5.62; “ἤν τινά γε προχωρῇ” Hp.Fract.15 (v.l. προσ-); τὸ ἔργον π. Th.8.68; “τὰ πλείω αὐτοῖς προὐκεχωρήκει” Id.4.73, cf. 6.103; τὰ νῦν προχωρήσαντα your present successes, Id.4.18; of auguries and the like , τὰ διαβατήρια αὐτοῖς οὐ π. Id.5.54; “ἴσως ἂν τὰ ἱερὰ μᾶλλον προχωροίη ἡμῖν” X.An.6.4.21: rarely of ill success, turn out, “παρὰ δόξαν αὐτοῖς π. τῶν πραγμάτων” Plb.5.29.1; τὸ δ᾽ ἐς τοὐναντίον π. Luc.Alex.36.
2. impers., προχωρεῖ μοι it goes on well for me, I have success, commonly with neg., ὥς οἱ δόλῳ οὐ προεχώρεε when he could not succeed by craft, Hdt.1.205, cf. 84, Th.1.109, etc.; οὐ προὐχώρει ᾗ προσεδέχοντο things did not succeed as . ., Id.3.18: c.inf., ἢν μὴ προχωρήσῃ ἴσον ἑκάστῳ ἔχοντι ἀπελθεῖν if it be not possible . . , Id.4.59; ἐὰν τοῖς γεωργοῖς προχωρῇ πωλεῖν κτλ. PCair.Zen.723.8 (iii B.C.); ῥίψαντες, ὡς ἑκάστοις προὐχώρει (sc. ῥῖψαι) . . Arr.An.1.1.12; ἡνίκ᾽ ἂν ἑκάστῳ π. X.Cyr.1.2.4; ὁπόσα σοι προχωρεῖ as much as is convenient, ib.3.2.29, cf. An.1.9.13: abs. in part., προκεχωρηκότων τοῖς Λακεδα<*>μονίοις ὥστε . . when things went on so well for them that . ., Id.HG5.3.27.