A.tear, “δ. θερμὰ χέων” Il.16.3; δ. λείβειν, εἴβειν, 13.88, Od.4.153; “βλεφάρων ἄπο δ. ἧκεν” 23.33; “ἐς δάκρυα πεσεῖν” Hdt.6.21; “ἴσχειν πηγὰς δακρύων” S.Ant.803 (lyr.), etc.; “μετὰ πολλῶν δ. ἱκετεύειν” Pl.Ap.34c.
δάκρυον , τό, used in sg. δάκρυον, pl. δάκρυα, -ύων, -ύοις, Ep. gen. pl. δακρυόφι (-φιν) Il.17.696, Od.5.152, etc.: (v. δάκρυ):—