A.sum) to be under, c. dat., φίλτατοι ἄνδρες ἐμῷ ὑπέασι μελάθρῳ are under my roof, Il.9.204; “ὄνυχες χείρεσσιν ὑπῆσαν” Hes.Sc.266; of young sucking animals, πολλῇσι [ἵπποις] πῶλοι ὑπῆσαν under many mares were sucking foals, Il.11.681; of horses, to be under the yoke, “ὑπὸ τοῖσι ἅρμασι ὑ.” Hdt.7.86.
II. to be or lie underneath, “ὕ. οἰκήματα ὑπὸ γῆν” Id.2.127; “κρηπὶς ὑπῆν λιθίνη” X. An.3.4.7; μὴ στερεμνίου τινὸς ἡμῖν ὑπόντος if we had not some solid support, basis, Phld.D.3.11: metaph., “κοὐδέπω κακῶν κρηπὶς ὕπεστι” A. Pers.815 codd.
3. to be concealed, lurk, “δείσαντες μὴ ἐνέδρα τις ὑπείη” X.Cyr.1.4.23; “ἡ μὲν πρὸς τὴν τροφὴν ὄρεξις πολλάκις ὕπεστιν, ἐπισκοτεῖται δὲ ὑπὸ τῆς . . λύπης” Sor.1.37.
4. of things, subsist, be available, “βίος ἀρκέων ὑπῆν” Hdt.1.31; “μεγάλα χρήματα . . ὑπῆν τοῖς στρατιώταις” Th.8.36; “ὕπεστί μοι θάρσος” S.El. 479 (lyr.); “διὰ τὸ . . ὑπεῖναι ἐλπίδα . . ἀντιτυχεῖν” Th.6.87; “τοῖς μὲν γὰρ . . ἐλπίδες ὕ.” Isoc.12.10; “ὑπούσης τῆς ἔχθρας” Is.1.33; “διὰ τὴν τόθ᾽ ὑποῦσαν ἀπέχθειαν” D.18.36; τοῖς μὲν ζῶσι πᾶσιν ὕ. τις . . φθόνος ib. 315, etc.
6. follow, be subsequent, A.D.Synt.16.22.
III. to be subjected or subject, E.Supp.443; “κτῆμα βασιλέων οἱ ὑπόντες” subjects, A.D.Synt. 292.26.