A.woven, “χρυσὸν . . , ἐσθῆτά θ᾽ ὑφαντήν” Od. 13.136, 16.231; “ὑφαντά τε εἵματα καλά” 13.218; “ὑφανταὶ γράμμασιν τοιαίδ᾽ ὑφαί” E.Ion1146; ὑφαντοῖς ἐν πέπλοις Ἐρινύων woven by them, of Clytemnestra's net, A.Ag.1580; Ἐρινύων ὑ. ἀμφίβληστρον, of the Centaur's robe, S.Tr.1052; γυίων εἶδος ὑφαντόν, of the human frame, Tim.Pers.148; ὅσα ὑφαντά τε καὶ λεῖα brocaded and plain stuffs, Th. 2.97.
ὑφαν-τός , ή, όν, (ὑφαίνω)