A.wheel out, esp. by means of the ἐκκύκλημα (q.v.), ἀλλ᾽ ἐκκυκλήθητι come, wheel yourself out! i.e. show yourself, Ar.Ach. 408 ; Answ., ἀλλ᾽ ἐκκυκλήσομαι ib.409 ; ποῖός ἐστιν ; Answ., “οὗτος οὑκκυκλούμενος” Id.Th.96 ; ἐφ᾽ ὑψηλῆς μηχανῆς ἐ. τὴν φιλοσοφίαν Phi- lostr.VA6.11.
ἐκκυκλ-έω ,