A.convivial, “ς. πράγματα” Ar.Ach.1142; νόμοι ς. the laws of drinking-parties, enforced by the συμποσίαρχος, Pl.Lg. 671c; ς. ἁρμονίαι modes suited for drinking-songs, Id.R.398e; ς. [μουσική] Phld.Mus.p.82 K.; [ἀρετή] Id.D.3Fr.76; ς. διάλογοι, work by Persaeus, Ath.4.162b; ς. προβλήματα, title of a work by Plu. (v. συμποσιακός) ὑπομνήματα ς., of a work by Persaeus, D.L.7.1; συμποτικός a jolly fellow, Ar.V.1209, Plb.31.13.8: Comp. “-ώτερος” Luc.Ep.Sat.32: Sup. “-ώτατος” Id.Tim.46, Philostr.Im.1.25. Adv. “-κῶς” Poll.6.20.
συμποτικός , ή, όν,