II. δεκάτη (sc. μερίς), ἡ, tenth part, tithe, “τᾶς δεκάτας δεκάταν” Simon.141.4, cf. Hdt.2.135, etc.; “τῇ θεῷ τὰς δ. ἐξαιρεθῆναι” Lys.20.24; τὰ ἐκ τῆς δ. the produce of the tenth, IG12.91, cf. Tab.Defix.99.14: esp. as a customs-duty, D.20.60; “δεκάτη μόσχων” PTeb.307.8 (iii A.D.).
δέκα^τος (Arc. δέκοτος IG5(2).282 (Mantinea, v B.C.), also Aeol. in Epigr.Gr.988.5 (Balbilla)), η, ον: (δέκα):—