previous next


DECLENSION OF PARTICIPLES

300. Like ἀγαθός, -ή, -όν are inflected all the participles of the middle, and the future passive participle.

301. Participles of the active voice (except the perfect, 309), and the aorist passive participle have stems in ντ. The masculine and neuter follow the third declension, the feminine follows the first declension.

a. Most stems in οντ make the nom. sing. masc. without ς, like γέρων (243). But stems in οντ in the present and second aorist of μι-verbs (διδούς, δούς), and all stems in αντ, εντ, υντ, add ς, lose ντ (100), and lengthen the preceding vowel (-ους, -α_ς, -εις, -υ_ς, 37). In like manner the dat. pl. is formed: -οντ-σι -ουσι, etc.

N.—The stem of participles in -ων, -οντος was originally ωντ. γέρων was orignally a participle.

b. The nominative neuter of all participles drops final τ of the stem (133).

c. The perfect active participle (stem οτ) has -ως in the masculine, -ος in the neuter. -ως and -ος are for -ϝωτ-ς, -ϝοτ-ς.

d. The feminine singular is made by adding [ιγλιδε]α to the stem. Thus, λύ_ουσα (λυ_οντ-[ιγλιδε]α), οὗσα (ὀντ-[ιγλιδε]α), ἱστᾶσα (ἱσταντ-[ιγλιδε]α), τιθεῖσα (τιθεντ-[ιγλιδε]α). The perfect adds -υς-[ιγλιδε]α, as in εἰδ-υῖα.

302. The vocative of all participles is the same as the nominative.

303. Participles in -ων, -α_ς, -εις, -ους, -υ_ς frequently use the masculine for the feminine in the dual.

304. The accent of monosyllabic participles is an exception to 252: ὤν, ὄντος (not ὀντός), στά_ς, στάντος.

305. Participles in -ων, -ουσα, -ον (ω-verbs): λύ_ων loosing (stem λυ_οντ-), ὤν being (stem ὀντ-).

SINGULAR
Masc.Fem.Neut.Masc.Fem.Neut.
N. V.λύ_ωνλύ_ουσαλῦονὤνοὖσαὄν
Gen.λύ_οντ-οςλυ_ούσηςλύ_οντ-οςὄντ-οςοὔσηςὄντ-ος
Dat.λύ_οντ-ιλυ_ούσῃλύ_οντ-ιὄντ-ιοὔσῃὄντ-ι
Acc.λύ_οντ-αλύ_ουσα-νλῦονὄντ-αοὖσα-νὄν

DUAL
N. A. V.λύ_οντ-ελυ_ούσα_λύ_οντ-εὄντ-εοὔσα_ὄντ-ε
G. D.λυ_όντ-οινλυ_ούσαινλυ_όντ-οινὄντ-οινοὔσαινὄντ-οιν

PLURAL
N. V.λύ_οντ-εςλύ_ουσαιλύ_οντ-αὄντ-εςοὖσαιὄντ-α
Gen.λυ_όντ-ωνλυ_ουσῶνλυ_όντ-ωνὄντ-ωνοὐσῶνὄντ-ων
Dat.λύ_ουσινλυ_ούσαιςλύ_ουσινοὖσινοὔσαιςοὖσιν
Acc.λύ_οντ-αςλυ_ούσα_ςλύ_οντ-αὄντ-αςοὔσα_ςὄντ-α

So are inflected παιδεύων educating, γράφων writing, φέρων bearing.

a. All participles in -ων are inflected like λύ_ων, those in -ών having the accent of ὤν, ὄντος, etc.; as λιπών, λιποῦσα, λιπόν having left. Such participles are from ω-verbs, in which ο is a part of the tense suffix.

b. Like participles are declined the adjectives ἑκών, ἑκοῦσα, ἑκόν willing, ἄ_κων, ἄ_κουσα, ἆ_κον unwilling (for ἀέκων, etc.), G. ἄ_κοντος, ἀ_κούσης, ἄ_κοντος.

305 D. In the feminine of participles from stems in οντ, αντ (306), Aeolic has -οισα, -αισα (λύ_οισα. λύ_σαισα), and -αις in the masculine (λύ_σαις).

306. Participles in -α_ς, -α_σα, -αν: λύ_σα_ς having loosed, ἱστά_ς setting.

SINGULAR
N. V.λύ_σα_ςλύ_σα_σαλῦσανἱστά_ςἱστᾶσαἱστάν
Gen.λύ_σαντ-οςλυ_σά_σηςλύ_σαντ-οςἱστάντ-οςἱστά_σηςἱστάντ-ος
Dat.λύ_σαντ-ιλυ_σά_σῃλύ_σαντ-ιἱστάντ-ιἱστά_σῃἱστάντ-ι
Acc.λύ_σαντ-αλύ_σα_σα-νλῦσανἱστάντ-αἱστᾶσα-νἱστάν

DUAL
N. A. V.λύ_σαντ-ελυ_σά_σα_λύ_σαντ-εἱστάντ-εἱστά_σα_ἱστάντ-ε
G. D.λυ_σάντ-οινλυ_σά_σαινλυ_σάντ-οινἱστάντ-οινἱστά_σαινἱστάντ-οιν

PLURAL
N. V.λύ_σαντ-εςλύ_σα_σαιλύ_σαντ-αἱστάντ-εςἱστᾶσαιἱστάντ-α
Gen.λυ_σάντ-ωνλυ_σα_σῶνλυ_σάντ-ωνἱστάντ-ωνἱστα_σῶνἱστάντ-ων
Dat.λύ_σα_σινλυ_σά_σαιςλύ_σα_σινἱστᾶσινἱστά_σαις ἱστᾶσιν
Acc.λύ_σαντ-αςλυ_σά_σαςλύ_σαντ-αἱστάντ-αςἱστά_σα_ςἱστάντ-α

So are declined παιδεύσα_ς having educated, στήσα_ς having set.

307. Participles in -εις, -εισα, -εν; -ους, -ουσα, -ον (μι-verbs): τιθείς placing, διδούς giving.

SINGULAR
N. V.τιθείςτιθεῖσατιθένδιδούςδιδοῦσαδιδόν
Gen.τιθέντ-οςτιθείσηςτιθέντ-οςδιδόντ-οςδιδούσηςδιδόντ-ος
Dat.τιθέντ-ιτιθείσῃτιθέντ-ιδιδόντ-ιδιδούσῃδιδόντ-ι
Acc.τιθέντ-ατιθεῖσα-ντιθένδιδόντ-αδιδοῦσα-νδιδόν

DUAL
N. A. V.τιθέντ-ετιθείσα_τιθέντ-εδιδόντ-εδιδούσα_διδόντ-ε
G. D.τιθέντ-οιντιθείσαιντιθέντ-οινδιδόντ-οινδιδούσαινδιδόντ-οιν

PLURAL
N. V.τιθέντ-εςτιθεῖσαιτιθέντ-αδιδόν-τεςδιδοῦσαιδιδόντ-α
Gen.τιθέντ-ωντιθεισῶντιθέντ-ωνδιδόντ-ωνδιδουσῶνδιδόντ-ων
Dat.τιθεῖσιντιθείσαιςτιθεῖσινδιδοῦσινδιδούσαις διδοῦσιν
Acc.τιθέντ-αςτιθείσα_ςτιθέντ-αδιδόντ-αςδιδούσα_ςδιδόντ-α

So are inflected θείς having placed, παιδευθείς having been educated, λυθείς having been loosed, δούς having given.

a. In participles with stems in οντ of μι-verbs the ο belongs to the verb-stem.

308. Participles in -υ_ς, -υ_σα, -υν: δεικνύ_ς showing, φύ_ς born.

SINGULAR
N. V.δεικνύ_ςδεικνῦσαδεικνύνφύ_ςφῦσαφύν
Gen.δεικνύντ-οςδεικνύ_σηςδεικνύντ-οςφύντ-οςφύ_σηςφύντ-ος
Dat.δεικνύντ-ιδεικνύ_σῃδεικνύντ-ιφύντ-ιφύ_σῃφύντ-ι
Acc.δεικνύντ-αδεικνῦσα-νδεικνύνφύντ-αφῦσα-νφύν

DUAL
N. A. V.δεικνύντ-εδεικνύ_σα_δεικνύντ-εφύντ-εφύ_σα_φύντ-ε
G. D.δεικνύντ-οινδεικνύ_σαινδεικνύντ-οινφύντ-οινφύ_σαινφύντ-οιν

PLURAL
N. V.δεικνύντ-εςδεικνῦσαιδεικνύντ-αφύντεςφῦσαιφύντ-α
Gen.δεικνύντ-ωνδεικνυ_σῶνδεικνύντ-ωνφύντωνφυ_σῶνφύντ-ων
Dat.δεικνῦσινδεικνύ_σαιςδεικνῦσινφῦσιν) φύ_σαιςφῦσιν
Acc.δεικνύντ-αςδεικνύ_σα_ςδεικνύντ-αφύντ-αςφύ_σα_ςφύντ-α

309. Perfect active participles in -ως, -υια, -ος: λελυκώς having loosed, εἰδώς knowing.

SINGULAR
N. V.λελυκώςλελυκυῖαλελυκόςεἰδώςεἰδυῖαεἰδός
Gen.λελυκότ-οςλελυκυία_ςλελυκότ-οςεἰδότ-οςεἰδυία_ςεἰδότ-ος
Dat.λελυκότ-ιλελυκυίᾳλελυκότ-ιεἰδότ-ιεἰδυίᾳεἰδότ-ι
Acc.λελυκότ-αλελυκυῖα-νλελυκόςεἰδότ-αεἰδυῖα-νεἰδός

DUAL
N. A. V.λελυκότ-ελελυκυία_λελυκότ-εεἰδότ-εεἰδυία_εἰδότ-ε
G. D.λελυκότ-οινλελυκυίαινλελυκότ-οινεἰδότ-οινεἰδυίαινεἰδότ-οιν

PLURAL
N. V.λελυκότ-εςλελυκυῖαιλελυκότ-αεἰδότ-εςεἰδυῖαιεἰδότ-α
Gen.λελυκότ-ωνλελυκυλῶνλελυκότ-ωνεἰδότ-ωνεἰδυιῶνεἰδότ-ων
Dat.λελυκόσινλελυκυίαιςλελυκόσινεἰδόσινεἰδυίαις εἰδόσιν
Acc.λελυκότ-αςλελυκυία_ςλελυκότ-αεἰδότ-αςεἰδυία_ςεἰδότ-α

So are inflected πεπαιδευκώς, πεπαιδευκυῖα, πεπαιδευκός having educated; γεγονώς, γεγονυῖα, γεγονός born.

a. ἑστώς standing (contracted from ἑσταώς) is inflected ἑστώς, ἑστῶσα, ἑστός, G. ἑστῶτος (with irregular accent, from ἑσταότος), ἑστώσης, ἑστῶτος; pl. N. ἑστῶτες, ἑστῶσαι, ἑστῶτα, G. ἑστώτων, ἑστωσῶν. So τεθνεώς, τεθνεῶσα, τεθνεός dead.

309 a. D. Hom. has ἑσταώς, ἑσταῶσα, ἑσταός, G. ἑσταότος, etc., Hdt. ἑστεώς, ἑστεῶσα, ἑστεός, G. ἑστεῶτος, etc. Some editions have ἑστεῶτα in Hom.

N.—ἑστός (the usual spelling in the neut. nom.) has -ός (not -ώς) in imitation of εἰδός and of forms in -κός, thus distinguishing the neuter from the masculine.

310. Contracted Participles.—The present participle of verbs in -αω, -εω, -οω, and the future participle of liquid verbs (401) and of Attic futures (538) are contracted. τι_μῶν honouring, ποιῶν making, are thus declined:

SINGULAR
N. V.τι_μάωντι_μῶντι_μάουσατι_μῶσατι_μάοντι_μῶν
Gen.τι_μάοντοςτι_μῶντ-οςτι_μαούσηςτι_μώσηςτι_μάοντοςτι_μῶντ-ος
Dat.τι_μάοντιτι_μῶντ-ιτι_μαούσῃτι_μώσῃτι_μάοντιτι_μῶντ-ι
Acc.τι_μάοντατι_μῶντ-ατι_μάουσαντι_μῶσα-ντι_μάοντι_μῶν

DUAL
N. A. V.τι_μάοντετι_μῶντ-ετι_μαούσα_τι_μώσα_τι_μάοντετι_μῶντ-ε
G. D.τι_μαόντοιντι_μώντ-οιντι_μαούσαιντι_μώσαιντι_μαόντοιντι_μώντ-οιν

PLURAL
N. V.τι_μάοντεςτι_μῶντ-εςτι_μάουσαιτι_μῶσαιτι_μάοντατι_μῶντ-α
Gen.τι_μαόντωντι_μώντ-ωντι_μαουσῶντι_μωσῶντι_μαόντωντι_μώντ-ων
Dat.τι_μάουσιτι_μῶσιντι_μαούσαιςτι_μώσαιςτι_μάουσι τι_μῶσιν
Acc.τι_μάονταςτι_μῶντ-αςτι_μαούσα_ςτι_μώσα_ςτι_μάοντατι_μῶντ-α

SINGULAR
N. V.ποιέωνποιῶνποιέουσαποιοῦσαποιέονποιοῦν
Gen.ποιέοντοςποιοῦντ-οςποιεούσηςποιούσηςποιέοντοςποιοῦντ-ος
Dat.ποιέοντιποιοῦντ-ιποιεούσῃποιούσῃποιέοντιποιοῦντ-ι
Acc.ποιέονταποιοῦντ-αποιέουσανποιοῦσα-νποιέονποιοῦν

DUAL
N. A. V.ποιέοντεποιοῦντ-εποιεούσα_ποιούσα_ποιέοντεποιοῦντ-ε
G. D.ποιεόντοινποιούντ-οινποιεούσαινποιούσαινποιεόντοινποιούντ-οιν

PLURAL
N. V.ποιέοντεςποιοῦντ-εςποιέουσαιποιοῦσαιποιέονταποιοῦντ-α
Gen.ποιεόντωνποιούντ-ωνποιεουσῶνποιουσῶνποιεόντωνποιούντ-ων
Dat.ποιέουσιποιοῦσινποιεούσαιςποιούσαιςποιέουσιποιοῦσιν
Acc.ποιέονταςποιοῦντ-αςποιεούσα_ςποιούσα_ςποιέονταποιοῦντ-α

a. The present participle of δηλῶ (δηλόω) manifest is inflected like ποιῶν: thus, δηλῶν, δηλοῦσα, δηλοῦν, G. δηλοῦντος, δηλούσης, δηλοῦντος, etc.

310 D. Aeolic has also τί_μαις, ποίεις, δήλοις from τί_μα_μι, ποίημι, δήλωμι.

hide Display Preferences
Greek Display:
Arabic Display:
View by Default:
Browse Bar: