A.boil, bluster, of the sea, “κύματα παφλάζοντα” Il.13.798 ; “αἰθὴρ παφλάζων καταΐσσεται” Emp.100.7 ; of boiling soup, Ar.Fr.498 ; “λοπὰς π. βαρβάρῳ λαλήματι” Eub.109 :—Med., “ἔγχελυς . . παφλάζεται” Antiph.217.4.
3. seethe, τοῖς λωποδύταις ὁ πόρος π. Cratin. 206.