A.“πόνους” S.OC384, etc.; λακὶς χιτῶνος ἔργον (i.e. χιτῶνα) οὐ κατοικτιεῖ A.l.c.:—Med., bewail oneself, utter lamentations, Hdt.2.121.γ́, 3.156, A.Eu.121 (prob.); τί κατοικτίζει μάτην; Id.Pr.36:—aor. Pass. “κατῳκτίσθην” E.IA686: c.acc., as in Act., “στρατόν” A.Pers.1062 (lyr.).
II. causal, excite pity, “ῥήματα . . κατοικτίσαντά πως” S.OC1282.