previous next



473. Der formelhafte InfinitivVgl Grünenwald, der freie formelhafte Infinitiv der Limitation. Würzb. 1888.).

Ohne engeren Anschluss an einen bestimmten Begriff des Satzes dient der Infinitiv in gewissen formelhaften Wendungen dazu, entweder einen einzelnen Ausdruck zu modifizieren oder den ganzen

Gedanken einzuschränken. Auch in diesen Fällen erscheint er teils final-konsekutiv: συνελόντι εἰπεῖν ut paucis dicam, ὀλίγου δεῖν so dass nur wenig fehlt, daher: beinahe, fast, teils im Sinne des limitierenden Akkusativs (vgl. § 473, 6): ἑκὼν εἶναι dem Freiwilligsein nach, was das Freiwilligsein betrifft, d. h. soviel von meinem Willen abhängt, ἐμοὶ δοκεῖν meiner Ansicht nach (gleichsam γνώμην ἐμήν § 410, Anm. 20). Hdt. 1.61 μετὰ δέ, οὐ πολλῷ λόγῳ εἰπεῖν, χρόνος διέφυ, ut paucis absoluam. 3, 82 ἑνὶ δὲ ἔπεϊ πάντα συλλαβόντα εἰπεῖν, κόθεν ἡμῖν ἐλευθερίη ἐγένετο. (Sonst fast immer mit ὡς: ὡς συνελόντι εἰπεῖν, ebenso ὡς ἔπος εἰπεῖν, ὡς εἰπεῖν u. a., vgl. § 585, 3). 2, 91 Ἑλληνικοῖσι νομαίοισι φεύγουσι χρᾶσθαι, τὸ δὲ σύμπαν εἰπεῖν, μηδ᾽ ἄλλων μηδαμὰ μηδαμῶν ἀνθρώπων νομαίοισι. Th, 1, 138 καὶ τὸ ξύμπαν εἰπεῖν, . . κράτιστος δὴ οὗτος αὐτοσχεδιάζειν τὰ δέοντα ἐγένετο. Vgl. 7, 49. P. Prot. 317b ὥστε, σὺν θεῷ εἰπεῖν, μηδὲν δεινὸν πάσχειν. Vgl. Theaet. 151, b. Leg. 858, b. Din. 1, 31 ἀγαθὸν μὲν ἁπλῶς εἰπεῖν, οὐδὲν γέγονε τῇ πόλει. Vgl. 2, 19. S. OR. 1221 τὸ δ̓ ὀρθὸν εἰπεῖν, ἀνέπνευσα. Hdt. 4.50 γίνεται Ἴστρος ποταμῶν μέγιστος, ἐπεὶ ὕδωρ γε ἓν πρὸς ἓν συμβάλλειν, Νεῖλος πλήθει ἀποκρατέει. Isocr. 5.51 οὕτω τὰ περὶ τὸν πόλεμον ἀτυχοῦσιν, ὥστ᾽ ὀλίγου δεῖν καθ᾽ ἕκαστον τὸν ἐνιαυτὸν τεμνομένην καὶ πορθουμένην τὴν αὑτῶν χώραν περιορῶσιν. Dem. 18.269 τὸ τὰς ἰδίας εὐργεσίας ὑπομιμνῄσκειν καὶ λέγειν μικροῦ δεῖν ὅμοιόν ἐστι τῷ ὀνειδίζειν. Pl. Ap. 22, a οἱ μάλιστα εὐδοκιμοῦντες ἔδοξάν μοι ὀλίγου δεῖν τοῦ πλείστου ἐνδεεῖς εἶναι. X. H. 2.4.21 ἰδίων κερδέων ἕνεκα ὀλίγου δεῖν πλείους ἀπεκτόνασιν Ἀθηναίων ἐν ὀκτὼ μησὶν πάντες Πελοποννήσιοι δέκα ἔτη πολεμοῦντες. Dem. 23.7 ἵν᾽ εἰδῆτε πολλοῦ δεῖν ἄξιον ὄντα τυχεῖν τοῦ ψηφίσματος αὐτὸν τουτουί. Hdt. 7.104 ἑκὼν εἶναι οὐδ᾽ ἂν μουνομαχέοιμι. 8, 30 (ἔφασαν) οὐκ ἔσεσθαι ἑκόντες εἶναι προδόται τῆς Ἑλλάδος. 9. 7, 2 οὐδὲ ὁμολογήσομεν ἑκόντες εἶναι. Vgl. 8, 116. 9, 53. Th. 7.81 νομίζων οὐ τὸ ὑπομένειν ἐν τῷ τοιούτῳ ἑκόντας εἶναι καὶ μάχεσθαι σωτηρίαν, ἀλλὰ τὸ . . ὑποχωρεῖν. 2, 89. 4, 98. 6, 14. P. Phaed. 61c οὐδ᾽ ὁπωστιοῦν σοι ἑκὼν εἶναι πείσεται. Gorg. 499, c οὐκ ᾤμην γε κατ᾽ ἀρχὰς ὑπὸ σοῦ ἑκόντος εἶναι ἐξαπατηθήσεσθαι. Phaedr. 252, a ἑκοῦσα εἶναι οὐκ ἀπολείπεται. Civ. 485, c τὴν ἀψεύδειαν καὶ τὸ ἑκόντας εἶναι μηδαμῇ προσδέχεσθαι τὸ ψεῦδος (der Art. τὸ gehört nicht zu ἑκόντας εἶναι sondern zu προσδέχεσθαι). Vgl. 336, e. 519, c. Euthyphr. 15, c. Apol. 37, a. Phaed. 80, e. Prot. 335, b. Lys. 210, b. Symp. 176, d. 214, e. Leg. 737, b. 775, d. Polit. 308, d. Xen. Cy. 2. 2, 15 οὐδὲ ξένοις ἑκὼν εἶναι γέλωτα παρέχεις. 5. 1, 16. 5. 2, 9. 10. 7. 1, 13. Hier. 7, 11. Oec. 17, 2. Ohne Negation nur Hdt. 7.164 Κάδμος . . ἑκὼν εἶναι . . οἴχετο ἐς Σικελίην2). Isae. 2.32 ὠμόσαμεν εὖ ποιεῖν ἀλλήλους ἐκ τοῦ ἐπιλοίπου χρόνου κατὰ δύναμιν εἶναι, καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ, soweit es der Kraft gemäss ist, nach Kräften. P. Polit. 300c τὰ παρὰ τῶν εἰδότων εἰς δύναμιν εἶναι γεγραμμένα. Prot. 317, a τούτοις ἅπασι κατὰ τοῦτο εἶναι οὐ ξυμφέρομαι, soweit es darauf ankommt, in dieser Beziehung. X. A. 1.6.9 ἀλλὰ σχολὴ ἡμῖν τὸ κατὰ τοῦτον εἶναι. Hell. 3. 5, 9 τὸ μὲν ἐπ᾽ ἐκείνοις εἶναι ἀπολώλατε. Vgl. Lys. 28.14. 13, 58 τό γε ἐπ᾽ ἐκεῖνον εἶναι ἐσώθης. Vgl. Th. 4.28. 8, 48. Isocr. 15.270 ἀπόχρη μοι τὸ νῦν εἶναι ταῦτ̓ εἰρηκέναι. Vgl. P. Lach. 201c. Civ. 506, e. X. C. 5.3.42. 5, 35. An. 3. 2, 37. Pl. Crat. 396, e δοκεῖ οὖν μοι χρῆναι οὑτωσὶ ἡμᾶς ποιῆσαι, τὸ μὲν τήμερον εἶναι χρήσασθαι αὐτῇ. Hdt. 1.153 τοὺς Ἴωνας ἐν οὐδενὶ λόγῳ ποιησάμενος τὴν πρώτην εἶναι. (Hier ist es weit natürlicher, εἶναι mit τὴν πρώτην zu verbinden, als, wie Kühner wollte, mit ἐν οὐδενὶ λόγῳ ποιησάμενος. Daraus ergiebt sich aber, dass in den vorhergenannten Beispielen der Artikel τό nicht zu εἶναι, sondern zu den adverbialen Bestimmungen gehört, wie ja auch τὸ κατ᾽ ἐμέ, τὸ ἐπ᾽ ἐμοί, τὸ νῦν, τὸ τήμερον ohne εἶναι oft vorkommen, vgl. § 410, Anm. 15 u. 21). Aesch. P. 246 ἀλλ᾽ ἐμοὶ δοκεῖν τάχ᾽ εἴσει πάντα ναμερτῆ λόγον. S. El. 410 ἐκ δείματός του νυκτέρου, δοκεῖν ἐμοί. Hdt. 1.172 οἱ Καύνιοι αὐτόχθονες, δοκέειν ἐμοί, εἰσι. 3, 45 λέγοντες, ἐμοὶ δοκέειν, οὐκ ὀρθῶς. Th. 7.87 ξυνέβη ἔργον τοῦτο Ἑλληνικὸν τῶν κατὰ τὸν πόλεμον τόνδε μέγιστον γενέσθαι, δοκεῖν δ̓ ἔμοιγε καὶ ὧν ἀκοῇ ἴσμεν. P. Euthyd. 274b γὰρ Κτήσιππος ἔτυχε πόρρω καθεζόμενος τοῦ Κλεινίου, ἐμοὶ δοκεῖν. Oft mit ὡς, vgl. § 585, 3. S. OR. 82 ἀλλ᾽ εἰκάσαι μέν, ἡδύς. Sonst mit ὡς. Pl. Phil. 12, c ἔστι γάρ, ἀκούειν μὲν οὕτως, ἁπλῶς ἕν τι. Dem. 19.47 ἀκοῦσαι μὲν γὰρ οὑτωσὶ παγκάλως ἔχει. Vgl. 20, 18. (Smyth 2012)

1 Vgl Grünenwald, der freie formelhafte Infinitiv der Limitation. Würzb. 1888.

2 Vgl. Hermann ad Vig. p. 888. Opusc. 1. p. 227 sq. Lobeck ad Phryn. 274 sq. W. v. Humboldt in A. W. Schlegels Indisch. Bibl. II H. 1. 119 f.

hide Display Preferences
Greek Display:
Arabic Display:
View by Default:
Browse Bar: