[*] 649. Attributive pa=s, etc. “πᾶς” in attributive position means whole, whole number (amount) of. It is often used in an absolute sense, all that there is, are, as, for example, “ὁ πᾶς χρόνος”, eternity; “οἱ πάντες ἄνθρωποι”, the whole of mankind. “οὔτε οἱ ἐχθροὶ οὔτε ἡ πᾶσα πόλις”, THUC.1.132.1; Neither (his) enemies nor the whole city. “ἑξήκοντα μὲν σταδίων ὁ ἅπας περίβολος, τὸ δ᾽ ἐν φυλακῇ ὂν ἥμισυ τούτου”, 2.13.7; The entire wall measured sixty stadia, the part under guard, half this amount. “εἷς τε ἕκαστος καὶ ἡ ξύμπασα πόλις”, 6.41.2; Each one individually and the city collectively. “καὶ γὰρ οὐδὲν πλείων ὁ πᾶς χρόνος φαίνεται οὕτω δὴ εἶναι ἢ μία νύξ”, Plato , Plato Ap.40E; For in that case eternity appears to be no greater than a single night. “μόνος οὖτος τῶν πάντων ἀνθρώπων”, LYCURG.131; He alone of all men. DIN.1.91: “τὸν ἅπαντα χρόνον”. (Apparently the only ex.)1 LYCURG.131(see above). (Apparently the only ex.) HYPER. 2.16: “τὸν ἅπαντα χρόνον” (bis.) 6.26: “εἰς τὸν ἅπαντα χρόνον”. DEM.18.231: “τὸν ἅπαντα χρόνον” (elsew.). 19.76: “ἡ πᾶσ᾽ ἀπάτη καὶ τέχνη. 24.205: ἡ πᾶσ᾽ ἐξουσία καὶ ἄδεια”. [34]DEM., 24: “τὸ δὲ σύμπαν κεφάλαιον γίγνεται τόσον καὶ τόσον”. [39]DEM., 18: “τὸν ἅπαντα βίον”. Elsew. AESCHIN.2.40: “τῆς ἁπάσης” (v. l. “πάσης”) “κακοηθείας. 89: τὸν ἅπαντα χρόνον”. ISOC. [1]ISOC., 1: “ὁ πᾶς αἰών”. 8 (= 4.178. 8.142): “τὸν ἅπαντα χρόνον. 11: ὁ πᾶς χρόνος”. 4.28 (= 8.34): “τοῦ σύμπαντος αἰῶνος. 5.86: τοῦ λόγου τοῦ σύμπαντος”. 15.300 (= 17.1): “τὸν ἅπαντα βίον. 18.58: περὶ τοῦ παντὸς πράγματος”. LYS. [2]. 1: “ὁ πᾶς χρόνος” . 66 (= 78. 7.29. 26.11. 22): “τὸν ἅπαντα χρόνον” . 13.30: “τοῦ παντὸς κακοῦ” . 97: “τοῖς πᾶσιν ἀνθρώποις” . 21.19: “τὸν πάντα χρόνον” . 24.13: “τῶν ἁπάντων ἀνθρώπων” . ANDOC.3.29: “εἰς τὸν ἅπαντα χρόνον”. (Apparently the only ex.) ANT. 2.1.2, “τῶν πάντων ἀνθρώπων. 5.43: ὁ πᾶς κίνδυνος. 79: ἡ πᾶσα παρασκευή. 6.44: αἱ σύμπασαι ἡμέραι ἐγένοντο . . . πλέον ἢ πεντήκοντα”. PLATO. About 125 exx. (Walbe, l.c., pp. 24 ff. and 35 f.). This number includes exx. like Legg. 734 B: “ὁ πᾶς ἀνθρώπινος ὄχλος”, but exx. like Phaedr. 277 C: “ὁ ἔμπροσθεν πᾶς . . . λόγος” and Ap. 25 B: “τῶν ἄλλων ἁπάντων ζῴων” (see 674), are excluded. “ὁ πᾶς” (“ἅπας, ξύμπας”) “χρόνος” occurs 16 times, e.g. Apol. 40 E (see above). “ὁ πᾶς” (“ἅπας”) “βίος” occurs Legg. 785 A, 864 A, 957 XEN. An. 2.3.18: “πρὸς τῆς πάσης Ἑλλάδος. 5.6.7: τούτων δὲ κατεχομένων οὐδ᾽ ἂν οἱ πάντες ἄνθρωποι δύναιντ᾽ ἂν διελθεῖν. 7.8.19: τὸν πάντα χρόνον”. (Joost, l.c., p. 79.) THUC.1.132.1(see above). 2.2.4: “κατὰ τὰ πάτρια τῶν πάντων Βοιωτῶν”. 2.13.7 (see above). 6.6.2: “τὴν ἅπασαν δύναμιν τῆς Σικελίας”. 41.2 (see above). 100.3: “ἡ πᾶσα στρατιά. 102.4: ἡ ξύμπασα στρατιά. 7.68.2: πόλει τῇ πάσῃ. 8.26.3: τὰ ξύμπαντα πράγματα”. Elsew. HDT.1.7: “ὁ δῆμος . . . ὁ πᾶς οὗτος. 32: τούτων τῶν ἁπασέων ἡμερέων. 80: τὴν πᾶσαν ἵππον. 85: τὸν πάντα χρόνον τῆς ζόης”. 111 (= 122. 126): “τὸν πάντα λόγον. 132: τοῖσι πᾶσι Πέρσῃσι . . . ἐν . . . τοῖσι ἅπασι Πέρσῃσι. 2.39: Αἰγύπτῳ τῇ συναπάσῃ. 60: ἐν τῷ ἅπαντι ἐνιαυτῷ τῷ ἐπιλοίπῳ. 112: ὁ χῶρος οὗτος ὁ συνάπας”. Elsew.
. 462: “τὸν πάντα χρόνον” . Cf. Vesp. 518: “ἄρχω τῶν ἁπάντων. 546-7: ἀλλ᾽ ὦπερὶ τῆς πάσης μέλλων βασιλείας ἀντιλογήσειν” | “τῆς ἡμετέρας”. Av. 1275: “οἱ πάντες λεῴ” . Cf. Thesm. 183-4: “τίς οὖν παρ᾽ ἡμῶν ἐστιν ὠφέλειά σοι”; | “ἡ πᾶς”(“α”). EUR. Cycl. 580: “τὸ πᾶν τε δαιμόνων ἁγνὸν σέβας”. Hec. 285: “τὸν πάντα δ᾽ ὄλβον ἦμαρ ἕν μ᾽ ἀφείλετο. 757: αἰῶνα τὸν ξύμπαντα”. I. A. [1554]: “τῆς ἁπάσης Ἑλλάδος”. Med. 1100: “τὸν ἅπαντα χρόνον” . Tro. 909: “ὁ πᾶς λόγος”. fr. 269.2: “τῶν ἁπάντων δαιμόνων”. SOPH. Ai. 1003: “τὸ πᾶν κακόν” . El. 1121 (= O. C. 773): “γένος τὸ πᾶν. 1254-5: ὁ πᾶς . . . χρόνος”. O. C. 754: “τὸ πᾶν γένος.” 1225: “τὸν ἅπαντα . . . λόγον” . Ph. 1226 (= 1257): “τῷ . . . σύμπαντι στρατῷ”. fr. 518.3: “τὸν ἅπαντα χρόνον”. Elsewhere. AESCHYL. P.V. 483: “τὰς ἁπάσας . . . νόσους. 749: τῶν πάντων πόνων. 751: τὰς ἁπάσας ἡμέρας. 841: τοῖς πᾶσιν βροτοῖς. 975: τοὺς πάντας ἐχθαίρω θεούς”. (Apparently no other exx.) PIND. P. 1.46: “ὁ πᾶς χρόνος”. N. 1.69: “τὸν ἅπαντα χρόνον. 4.71-2: λόγον . . . τὸν ἅπαντα”.“ πότερα τὴν κληρουχικήν ῾σξ. “γῆν”);
οὔκ, ἀλλὰ τὴν σύμπασαν
”