καταστάζοντα agrees with “υἱόν” (5): πόδα is acc. of respect: Ai. 9“κάρα” | “στάζων ἱδρῶτι.” διαβόρῳ: Tr. 1084“ἡ τάλαινα διαβόρος νόσος” (the venom of the hydra). So below, 313 “βόσκων τὴν ἀδηφάγον νόσον”: 745 “βρύκομαι”. Aesch. fr. 253 (Philoctetes speaking) “φαγέδαιν᾽ ἀεί μου σάρκας ἐσθίει ποδός”: a v. which Euripides borrowed in his own Philoctetes, changing “σάρκας ἐσθίει” to “σάρκα θοινᾶται” ( Arist. Poet. 22).