τούτοισι, instrum. dat., ἁρμοσθήσεται, he shall be brought to order, regulated:
, “"was kept in order"” by blows: Lucian Toxaris 17 “τὸν ἁρμοστὴν ὃς ἥρμοζε τὴν Ἀσίαν τότε”.“ΚΛ. παῖς ὢν ἐφοίτας ἐς τίνος διδασκάλου;
ΑΛ. ἐν ταῖσιν εὔστραις κονδύλοις ἡρμοττόμην
”